Οι ερπητικές λοιμώξεις από τον απλό έρπητα οφείλονται στους δυο διαφορετικούς τύπους του ιού, HSV-1 και HSV-2, οι οποίοι προκαλούν τον επιχείλιο έρπητα και τον έρπητα γεννητικών οργάνων αντίστοιχα.
Ο υποτροπιάζων απλός έρπητας εμφανίζεται συχνότερα στην περιοχή των χειλέων, το λιγότερο 3-4 φορές ετησίως, με φυσαλίδες οι οποίες εντός 3-4 ημερών εφελκιδοποιούνται και υποχωρούν εντός 8-9 ημερών χωρίς να καταλείπουν ουλή.
Σε συχνές υποτροπές δίνουμε κατασταλτική θεραπεία με ανθερπητικά φάρμακα που διαρκεί τουλάχιστον 6 μήνες.
Ο ιός VZV ευθύνεται για την εμφάνιση της ανεμευλογιάς και του έρπητα ζωστήρα. Η ανεμευλογιά προκύπτει από την πρωτολοίμωξη και ο έρπητας ζωστήρας είναι το αποτέλεσμα της αναζωπύρωσης της λανθάνουσας λοίμωξης.
Τα πρόδρομα συμπτώματα προ της εμφάνισης του εξανθήματος είναι τοπικό άλγος, αίσθημα καύσου, κνησμός και υπερευαισθησία στην περιοχή του προσβεβλημένου νευροτομίου σε ποσοστό άνω του 90% των περιπτώσεων.
Η συχνότερη επιπλοκή του έρπητα είναι η μεθερπητική νευραλγία.
Απαιτείται άμεση διάγνωση και αντιμετώπιση για να προλάβουμε την επέκταση του εξανθήματος και τη μεθερπητική νευραλγία.
Η ανεμευλογιά μεταδίδεται σε αερομεταφερόμενα σταγονίδια από το ρινοφάρυγγα και αποτελεί την πρωτολοίμωξη από τον ιό VZV, μπορεί όμως να μεταδοθεί και με άμεση επαφή με το υγρό των μολυσματικών φυσαλίδων.
Πρόδρομα συμπτώματα είναι ο πυρετός, η αδιαθεσία και οι μυαλγίες. Το εξάνθημα είναι χαρακτηριστικό, με βλάβες σε διάφορα στάδια εξέλιξής της.
Η ανεμευλογιά της εγκύου χρήζει ιδιαίτερης παρακολουθήσης. Η ιαιμία της μητέρας οδηγεί στην μόλυνση του βρέφους. Ιδιαίτερα επικίνδυνο σε ό,τι αφορά την μόλυνση του βρέφους είναι το διάστημα μεταξύ 7ης και 20ης εβδομάδας κύησης.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στους ενηλίκους με ανεμευλογιά, λόγω της πιθανότητας πνευμονίας, η οποία παρουσιάζει θνητότητα της τάξεως του 10-30%.
Το μολυσματικό κηρίο είναι μια ιδιαίτερα μεταδοτική λοίμωξη του δέρματος που κυρίως εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας δύο έως πέντε ετών.
Το μολυσματικό κηρίο διακρίνεται σε δυο μορφές: το μη πομφολυγώδες (συχνότερη μορφή, οφείλεται σε S. Aureus ή S. pyogenes) που παρουσιάζεται στο 70% των περιπτώσεων, και το πομφολυγώδες μολυσματικό κηρίο (οφείλεται σε S. Aureus).
Λόγω της μεταδοτικότητας χρειάζεται έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση. Η θεραπεία επιτυγχάνεται με τοπικά και συστηματικά αντιβιοτικά.
Η τυπική κλινική εικόνα του ερυσιπέλατος είναι μια οξείας έναρξης, έντονα ερυθρή, επιφανειακή οιδηματώδης βλάβη με σαφή, περιγεγραμμένα όρια.
Υπάρχει η χαρακτηριστική τετράδα της φλεγμονής, δηλαδή ερύθημα, οίδημα, θερμότητα και άλγος η ευαισθησία.
Για όλους τους ασθενείς συστήνεται η αντιμετώπιση τυχόν υπαρχουσών προδιαθεσικών παραγόντων. Συστήνεται ανάπαυση και τοποθέτηση του προσβεβλημένου άκρου σε ανάρροπη θέση.
Το Ερυσίπελας συνήθως έχει καλή ανταπόκριση στην αντιβιοτική θεραπεία, και αντιμετωπίζετε χωρίς νοσηλεία. Ωστόσο, η θεραπεία θα πρέπει να ξεκινά έγκαιρα, καθώς η καθυστέρηση έναρξης της αντιβιοτικής θεραπείας έχει σχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης τοπικών επιπλοκών, όπως αποστήματος.
Το ερύθρασμα είναι μία συχνή, χρόνια, επιφανειακή, εντοπισμένη, ήπια δερματική λοίμωξη που οφείλεται στο Corynebacterium minutissimum.
Κυρία διαφορική διάγνωση είναι η δερματική μυκητίασή.
Το ερυθράσμα εμφανίζεται ως ασυμπτωματικές η κνησμώδεις, σαφώς περιγεγραμμένες ερυθηματώδεις έως καφεοειδείς, λεπιδώδεις πλάκες του δέρματος, ιδίως στις πτυχές (μηρογεννητικές, μασχάλες, υπομαζικά). Στα μεσοδακτύλια τον ποδών εμφανίζεται ως ασυμπτωματική, χρόνια διαβροχή με ρωγμές η απολέπιση των μεσοδακτυλίων διαστημάτων.
Θεραπεία με κατάλληλα τοπικά η συστηματικά αντιβιοτικά.
Η φλεγμονή του τριχοθυλακίου, όταν είναι λοιμώδους αιτιολογίας, συνήθως οφείλεται στο χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο.
Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται το συχνό ξύρισμα, οι κλειστές συνθήκες, τα στενά ενδύματα, το ζεστό και υγρό περιβάλλον, η παχυσαρκία, η ανοσοκαταστολή, ο σακχαρώδης διαβήτης και η μακροχρόνια χρήση αντιβιοτικών.
Η θυλακίτιδα παρουσιάζεται με περιθυλακικές φλύκταινες, που εντοπίζονται όπου επικρατούν κλειστές συνθήκες, ζέστη και υγρασία, ή υπάρχουν τελικές τρίχες.
Εργαστηριακός έλεγχος μπορεί να απαιτηθεί μόνο σε υποτροπιάζουσες ή επιμένουσες περιπτώσεις.
Η αντιμετώπιση περιλαμβάνει τον έλεγχο των προδιαθεσικών παραγόντων και πλύσιμο του σώματος με αντισηπτικά σαπούνια. Όταν η θυλακίτιδα είναι εντοπισμένη χρησιμοποιούνται τοπικά αντιβιοτικά. Σε διάσπαρτη ή υποτροπιάζουσα σταφυλοκοκκική θυλακίτιδα χορηγούνται εμπειρικά συστηματικά αντιβιοτικά και επιχειρείται εξάλειψη της φορείας σταφυλόκοκκου.
Η αποτρίχωση με lasers συχνά δίνει τη λύση στο πρόβλημα της θυλακίτιδας, χωρίς να απαιτούνται φάρμακα.
Δοθιήνας ονομάζεται η εν τω βάθει φλεγμονή του τριχικού θυλάκου που οφείλεται στο χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο και οδηγεί στο σχηματισμό αποστήματος, ενώ ψευδάνθρακας είναι η εκτεταμένη διαπύηση πολλαπλών γειτονικών θυλάκων.
Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται η φορεία σταφυλόκοκκου, η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η κακή υγιεινή και οι καταστάσεις ανοσοανεπάρκειας.
Εντοπίζεται σε έντριχες περιοχές, ιδίως όπου υπάρχουν κλειστές συνθήκες, τριβή και αυξημένη εφίδρωση.
Η αντιμετώπιση περιλαμβάνει χειρουργική διάνοιξη, παροχέτευση και αντισταφυλοκοκκική αντιβιοτική αγωγή. Στη δοθιήνωση κεντρικό ρόλο παίζει ο έλεγχος των προδιαθεσικών παραγόντων.
Τα δερματόφυτα προσβάλλουν εκλεκτικά τους κερατινοποιημένους ιστούς, δηλαδή το δέρμα και τα νύχια.
Απαιτειται άμεση αντιμετώπιση ώστε να αποφύγουμε την επέκταση της λοίμωξης, αλλά και τη μετάδοσή της σε άλλα άτομα Τα από του στόματος χορηγούμενα αντιμυκητιασικά είναι: η ιτρακοναζόλη, η φλουκοναζόλη, η τερμπιναφίνη και η γκριζεοφουλβίνη.Η Candida albicans αποτελεί τον κύριο αιτιολογικό παράγοντα των καντιντιάσεων.
Οι κύριοι προδιαθεσικοί παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση καντιντιασικών λοιμώξεων είναι η ηλικία, η εγκυμοσύνη, η ανοσοκαταστολή, η διαβροχή, οι τεχνητές οδοντοστοιχίες, η τοπική περίκλειση, τα αντιβιοτικά, η σιδηροπενία και οι ορμονικές διαταραχές.Η ποικιλόχρους πιτυρίαση είναι μία χρονία, επιπολής, υποτροπιάζουσα και συχνά ασυμπτωματική λοίμωξη της κερατίνης στιβάδας του δέρματος που οφείλεται σε ζυμομύκητες του γένους Malssezia.
Aπαιτείται έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία με τοπικά η συστηματικά αντιμυκητιασικά φάρμακα.
Oφείλονται σε κάθε είδους μύκητα, συμπεριλαμβανομένων των ειδών Candida και των μη δeρματοφύτων.
Η ονυχομυκητίαση είναι ένα χρόνιο νόσημα με τάσεις υποτροπής και η θεραπεία της σχετίζεται με υψηλά ποσοστά αποτυχίας. Τα δερματόφυτα ενοχοποιούνται για το 90% των ονυχομυκητιάσεων των ποδιών και το 50% των ονυχομυκητιάσεων των χεριών.
Τρεις κλινικές μορφές φθειρίασης (τριχωτού, σώματος και εφηβαίου), για τις οποίες ευθύνονται διαφορετικά είδη φθείρας.
Είναι μεταδοτικές, παρασιτικές, δερματικές παθήσεις με αυξημένη επίπτωση.
Επιπλέκονται με λοιμώξεις, τοπικές και συστηματικές, από κόκκους και βακτηρίδια.
Η διάγνωση είναι εύκολη κλινικά.
Η θεραπεία με τα διάφορα αντιφθειρικά σκευάσματα απαιτεί ακριβείς οδηγίες από το θεράποντα και συμμόρφωση από τον πάσχοντα και το περιβάλλον του.
Εξαιρετικά μεταδοτική παρασιτική δερματοπάθεια.
Τυπικός ο βασανιστικός νυχτερινός κνησμός.
Ειδικές κλινικές μορφές που μπορεί να διαλάθουν της κλινικής υποψίας είναι η βρεφική και η νορβηγική ψώρα.
Η καθυστέρηση στη διάγνωση οδηγεί σε αύξηση των κρουσμάτων, ειδικά σε σχόλια, νοσοκομεία και θεραπευτήρια.
Η σχολαστική εφαρμογή των αντιπαρασιτικών σκευασμάτων, η επανάληψη της θεραπείας, η ταυτόχρονη θεραπεία των ατόμων του περιβάλλοντος του ασθενούς και η αποστείρωση του ιματισμού αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την επιτυχία της θεραπευτικής αγωγής.
Είναι το πιο συχνό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.
Τα κονδυλώματα προκαλούνται από τους «χαμηλού κινδύνου» HPV 6 και 11 σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90%.
Η επίπτωση των κονδυλωμάτων είναι υψηλή και φαίνεται να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Τα κονδυλώματα εμφανίζονται συνήθως σε άτομα ηλικίας 18 έως 35 ετών.
Τα κονδυλώματα εμφανίζονται ως μικρές θηλωματώδεις βλάβες της γεννητικής και περιπρωκτικής περιοχής, και η διάγνωση τίθεται συνήθως με την κλινική εικόνα.
Καμία από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται δεν εκριζώνει την λοίμωξη από τους HPV, γι’ αυτό οι υποτροπές είναι συχνές.
Η μολυσματικότητα των ασθενών που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία φαίνεται να μειώνεται, αλλά δε μηδενίζεται.
Οι σεξουαλικοί σύντροφοι των ασθενών με κονδυλώματα θα πρέπει να εξετάζονται για την ανίχνευση πιθανών κονδυλωμάτων, και οι γυναίκες σύντροφοι θα πρέπει να ενημερώνονται για την αναγκαιότητα τακτικού ελέγχου με τεστ Παπανικολάου.
Το τετραδύναμο εμβόλιο για τη λοίμωξη από τους ιούς HPV παρέχει υψηλού βαθμού προστασία από την εμφάνιση των κονδυλωμάτων. Το εμβόλιο έχει προφυλακτικό χαρακτήρα και δεν μεταβάλλει την εξέλιξη μιας ήδη εγκατεστημένης λοίμωξης.
Υπάρχουν πολλές μέθοδοι για την αντιμετώπιση των κονδυλωμάτων.
Στο ιατρείο χρησιμοποιούμε ηλεκτροκαυτηριασμό, κρυοθεραπεία και lasers, ανάλογα με την περίπτωση.