Δυσπλαστικοί σπίλοι

Δυσπλαστικοί ή άτυποι ονομάζονται οι επίκτητοι σπίλοι, που παρουσιάζουν διαταραχή στην αρχιτεκτονική τους καθώς και κάποιου βαθμού ατυπία στα μελανοκύτταρά τους. Συνήθως εμφανίζονται στην εφηβεία ή και αργότερα και είναι αρκετά συχνοί στη λευκή φυλή. Έχουν ιδιαίτερη βιολογική συμπεριφορά και αυξημένη πιθανότητα μετάπτωσης σε κακόηθες μελάνωμα.

Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή τους είναι κυρίως το οικογενειακό ιστορικό και η γενετική προδιάθεση, με ενοχοποίηση συγκεκριμένων γονιδιακών μεταλλάξεων, καθώς και η υπερέκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. Η τελευταία φαίνεται πως είναι ικανή να επιδρά στον αριθμό, στην κλινική εικόνα και στην εξέλιξη των άτυπων σπίλων, παρόλο που οι σπίλοι αυτοί είναι δυνατόν να εμφανισθούν και σε μη ηλιοεκτεθειμένες περιοχές του σώματος.

Όταν ανιχνεύονται περισσότεροι από 20 δυσπλαστικοί σπίλοι στο ίδιο άτομο, γίνεται λόγος για το «σύνδρομο δυσπλαστικού σπίλου». Το σύνδρομο αυτό μπορεί να είναι είτε σποραδικό είτε οικογενές και είναι δείκτης κινδύνου για ανάπτυξη μελανώματος, καθώς αυξάνει τον σχετικό κίνδυνο 4-6 φορές.

Κλινικά, οι δυσπλαστικοί σπίλοι είναι, συνήθως, βλάβες επίπεδες ή επηρμένες που παρουσιάζουν ακανόνιστη παρυφή, χρωματική ποικιλομορφία, ανομοιογένεια στο σχήμα και μέγεθος >5mm. Εντοπίζονται οπουδήποτε στο σώμα, κυρίως, όμως, στον κορμό και στα άκρα.

Με βάση τον γνωστό κανόνα ABCDE (Asymmetry, Border, Color, Diameter, Evolution), σε ένα σπίλο, πάντα, αξιολογείται η συμμετρία του, το περίγραμμά του, η κατανομή της χρωστικής, το μέγεθος και η εξέλιξή του. Το πρωϊμότερο σημάδι εξαλλαγής ενός δυσπλαστικού σπίλου, συνήθως, είναι η τροποποίηση του χρώματός του είτε με αύξηση της μελάγχρωσης, είτε με ανάπτυξη πολυχρωμίας. Επιπλέον ενδείξεις πιθανής εξαλλαγής είναι η ξαφνική αύξηση στο μέγεθος, η αλλαγή στα όριά του, η αιμορραγία ή η εξέλκωση και συμπτώματα, όπως ο πόνος ή ο κνησμός.

Προληπτικά, είναι σημαντική η, κατά το δυνατόν, αποφυγή της ηλιακής έκθεσης, η επαρκής ηλιοπροστασία με αντηλιακό ευρέος φάσματος και η αποφυγή των τεχνητών πηγών μαυρίσματος (πρωτογενής πρόληψη). Επιπλέον, συστήνεται η δερματολογική εξέταση με δερματοσκόπηση (με ειδικό φακό χειρός) και ολόσωμη χαρτογράφηση σπίλων (με ψηφιακή δερματοσκόπηση και ολική φωτογράφηση σώματος) τουλάχιστον μία φορά ετησίως, καθώς και η εκπαίδευση των ασθενών ώστε να αυτοεξετάζονται μηνιαίως. Στόχος των παραπάνω είναι η εντόπιση βλαβών με ήπια ή μέτρια ατυπία, ώστε να παρακολουθούνται στενά, αλλά και η έγκαιρη εντόπιση βλαβών με σοβαρού βαθμού ατυπία, ώστε άμεσα να αφαιρούνται χειρουργικά και να εξετάζονται ιστολογικά (δευτερογενής πρόληψη).

Η κλινική εξέταση συμπληρώνεται με τη λήψη λεπτομερούς ατομικού και οικογενειακού ιστορικού. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις συνήθειες του ασθενή σχετικά με την ηλιακή έκθεση, στις πρόσφατες αλλαγές που τυχόν παρατήρησε στους σπίλους του, αλλά και στην παρουσία ιστορικού μελανώματος τόσο στον ίδιο, όσο και σε πρώτου ή δεύτερου βαθμού συγγενείς του.