Το δέρμα των παιδιών είναι ευαίσθητο και χρειάζεται φροντίδα.
Σε αυτή την ηλικία, πρέπει να προλαμβάνουμε να μην εγκαθίστανται δερματικές ευαισθησίες που θα τα ταλαιπωρούν σε όλη τους τη ζωή.
Το πιο συχνό νόσημα της παιδικής ηλικίας είναι η ατοπική δερματίτιδα. Νόσημα των αναπτυγμένων χωρών, με τη συχνότητά του να αυξάνεται ραγδαία.
Χαρακτηρίζεται από ξερό και ευαίσθητο δέρμα που περιστασιακά εμφανίζει κνησμό και εξανθήματα. Η περιποίηση του δέρματος με ειδικά προϊόντα είναι συνήθως το «Α και το Ω» της θεραπείας. Στις εξάρσεις, απαιτείται τοπική φαρμακευτική αγωγή. Νέοι παράγοντες, όπως οι τοπικοί αναστολείς καλσινευρίνης (Elidel, Protopic) αποτελούν εξαιρετικές θεραπευτικές επιλογές, περιορίζοντας τη χρήση της κορτιζόνης.
Πολύ συχνά επίσης είναι τα ιογενή νοσήματα, τα οποία μεταδίδονται σχετικά εύκολα και για αυτό απαιτείται έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία. Η μολυσματική τέρμινθος εκδηλώνεται σε παιδικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία και σχολεία και εμφανίζεται με «σπυράκια» που έχουν λευκό περιεχόμενο και δεν υποχωρούν. Θεραπεύεται στο ιατρείο, με ειδική λαβίδα ή κρυοθεραπεία.
Οι μυρμηκιές εμφανίζονται σε πρόσωπο και σώμα. Αυτές που εκδηλώνονται στα πέλματα, συνήθως μεταδίδονται από τα κολυμβητήρια. Πρόκειται για ανθεκτικό ιό που παραμένει στο περιβάλλον. Συνήθως, χρησιμοποιούμε τοπικά κερατολυτικά διαλύματα, διαθερμοπηξία, κρυοθεραπεία ή ειδικά lasers.
Μεγάλη σημασία έχει η χαρτογράφηση των σπίλων, στην παιδική ηλικία. Έτσι, παρακολουθούμε σπίλους που υπάρχουν ήδη κατά τη γέννηση ή εμφανίζονται τους πρώτους μήνες της ζωής (συγγενείς σπίλοι). Επίσης καταγράφουμε καινούριους σπίλους που εμφανίζονται με την πάροδο της ηλικίας (επίκτητοι σπίλοι).
Συχνές στην παιδική ηλικία.
Μπορεί να συνοδεύονται από πυρετό.
Επικοινωνήστε με το δερματολόγο σας, αν το παιδί σας εμφανίσει εξάνθημα.
Το μολυσματικό κηρίο είναι μια ιδιαίτερα μεταδοτική λοίμωξη του δέρματος που κυρίως εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας δύο έως πέντε ετών.
Το μολυσματικό κηρίο διακρίνεται σε δυο μορφές: το μη πομφολυγώδες (πιο συχνή μορ-φή, παρουσιάζεται στο 70% των περιπτώσεων, οφείλεται σε S. Aureus ή S. pyogenes), και το πομφολυγώδες μολυσματικό κηρίο (οφείλεται σε S. Aureus).
Λόγω της μεταδοτικότητας, χρειάζεται έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση.
Η θεραπεία επιτυγχάνεται με τοπικά και συστηματικά αντιβιοτικά.
Πολύ συχνή η φθειρίαση του τριχωτού στα παιδιά.
Είναι εξαιρετικά μεταδοτική, παρασιτική δερματοπάθεια με αυξημένη επίπτωση.
Συνοδεύεται από πολύ έντονο κνησμό.
Επιπλέκεται με λοιμώξεις τοπικές και συστηματικές από κόκκους και βακτηρίδια.
Η διάγνωση είναι εύκολη κλινικά.
Η θεραπεία με τα διάφορα αντιφθειρικά σκευάσματα απαιτεί ακριβείς οδηγίες από τον θεράποντα και συμμόρφωση από τον πάσχοντα και το περιβάλλον του.
Τα δερματόφυτα προσβάλλουν επιλεκτικά τους κερατινοποιημένους ιστούς, δηλαδή το δέρμα και τα νύχια.
Απαιτείται άμεση αντιμετώπιση, ώστε να αποφύγουμε την επέκταση της λοίμωξης, αλ-λά και τη μετάδοσή της σε άλλα άτομα.
Η επαφή με ζωάκια, ειδικά γάτες είναι η πιο συχνή αιτία μυκητιάσεων στα παιδιά.
Στα παιδιά, δεν προσβάλλονται τα νύχια συνήθως, αλλά μπορεί να προσβληθεί το τρι-χωτό της κεφαλής.
Πολύ συχνές στην παιδική ηλικία, ειδικά σε παιδιά που πηγαίνουν κολυμβητήριο.
Οφείλονται στους ιούς των ανθρωπίνων θηλωμάτων. Οι ιοί αυτοί παραμένουν στις ε-πιφάνειες και είναι εύκολο να μεταδοθούν.
Απαιτείται άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση με ειδικά καυστικά διαλύματα, κρυοθε-ραπεία, ηλεκτροκαυτηριασμό ή lasers.
Η συχνότερη, χρόνια δερματοπάθεια των παιδιών.
Χρόνια υποτροπιάζουσα, κνησμώδης δερματοπάθεια, με κληρονομική προδιάθεση, που προσβάλλει το 5%-20% των παιδιών και το 0,9%-3% των ενηλίκων.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση εξαρτάται από την βαρύτητα της νόσου, αλλά ακόμα και στην ύφεσή της είναι απαραίτητη η συντήρηση και η αποφυγή εκλυτικών και επιβαρυντικών παραγόντων.
Το «Α και το Ω» της θεραπείας είναι η ενυδάτωση του δέρματος και η ενίσχυση του επιδερμιδικού φραγμού με εξειδικευμένα δερμοκαλλυντικά.
Στο 80% των περιπτώσεων, ξεκινά πριν από την ηλικία των πέντε ετών, αλλά τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται αύξηση της έναρξης της ατοπικής δερματίτιδας στην ενήλικη ζωή.
Το 50% των περιπτώσεων βελτιώνεται στην προσχολική ηλικία. Το 75%-80% εμφανίζει συνήθως βελτίωση/ίαση στην προεφηβική ηλικία. Στο 30%-50% εμφανίζεται αλλεργικό βρογχικό άσθμα ή και αλλεργική ρινίτιδα σε μεγαλύτερη ηλικία, που εξαρτάται από τη βαρύτητα της ατοπικής δερματίτιδας. Στο 10%-20% συνεχίζεται η νόσος δια βίου.
Ενδογενές, υποτροπιάζον έκζεμα που προσβάλλει βρέφη, εφήβους και παιδιά.
Κλινικά στα βρέφη αναπτύσσονται κίτρινα λιπαρά λέπια με συμμετρική κατανομή, προ-σφυόμενα σε τριχωτό, βλέφαρα και φρύδια.
Στην αιτιοπαθογένεια της νόσου εμπλέκονται διάφοροι παράγοντες (ο μύκητας Malas-sezia, το λιπιδαιμικό προφίλ της επιδερμίδας, ορμονικοί, περιβαλλοντικοί και ανοσολο-γικοί).
Η θεραπεία περιλαμβάνει τοπικά κορτικοστεροειδή, αντιμυκητιασικά και ανοσοτροπο-ποιητικά σκευάσματα και σε πολύ σοβαρές μόνο περιπτώσεις, συστηματική αντιμυκη-τιασική αγωγή.